google.com, pub-4409140963597879, DIRECT, f08c47fec0942fa0 ΣΟΚ στο Δικαστήριο από την αγριότητα του εγκλήματος της 89χρονης στο Μοναστήρι f

ΣΟΚ στο Δικαστήριο από την αγριότητα του εγκλήματος της 89χρονης στο Μοναστήρι f

Αντιμέτωπος με την ποινή των δις ισοβίων είναι ο 24χρονος Αλβανός που χθες κάθισε στο εδώλιο του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Καλαμάτας, κατηγορούμενος ότι μαζί με δύο ομοεθνείς του το Φεβρουάριο του 2008 λήστεψαν και σκότωσαν με αγριότητα και ιδιαίτερη σκληρότητα μια 89χρονη στο χωριό Μοναστήρι Αετού.
Η δίκη ξεκίνησε χθες με καταθέσεις μαρτύρων και νωρίς το απόγευμα διεκόπη, προκειμένου να συνεχισθεί το πρωί της Δευτέρας. Ο 24χρονος αρνείται τις κατηγορίες, ενώ συνεργοί του θεωρούνται ένας 30χρονος που διαφεύγει της σύλληψης και ένας άλλος ομοεθνής του, ο οποίος τότε ήταν 17 ετών. Ερήμην, μάλιστα, από το Τριμελές Ανηλίκων Κυπαρισσίας, ο τελευταίος έχει καταδικασθεί σε 28 χρόνια κάθειρξης.
Οι τρεις Αλβανοί την περίοδο που σημειώθηκε το έγκλημα διέμεναν στο Κοπανάκι.

Φρικτό έγκλημα
Η διαδικασία χθες ξεκίνησε με τις καταθέσεις των παιδιών της άτυχης 89χρονης, τα οποία ζουν στην Αθήνα. Όπως είπαν, στις 28 Φεβρουαρίου του 2008 αναζητούσαν τη μητέρα τους στο τηλέφωνο και δεν την έβρισκαν. Έτσι, την επόμενη ημέρα ο ένας γιος κατέβηκε και πηγαίνοντας στο σπίτι αποκαλύφθηκε το φρικτό έγκλημα.
Ο ίδιος κατέθεσε ότι, φτάνοντας στο σπίτι, είδε την πόρτα κατεστραμμένη εξ ολοκλήρου, σε τέτοιο σημείο που είχε μείνει μόνο η κάσα. Μπαίνοντας αντίκρισε ένα σπίτι άνω - κάτω, χωρίς να μπορεί να εντοπίσει τη μητέρα του. Ειδοποίησε την Αστυνομία και μετά από έρευνα, εντόπισαν στην κρεβατοκάμαρα, πίσω από την πόρτα, το άψυχο σώμα της 89χρονης, σκεπασμένο με πάρα πολλά ρούχα και κλινοσκεπάσματα. Οι δράστες  είχαν χτυπήσει άσχημα, είχαν δέσει χειροπόδαρα και είχαν φιμώσει τη γυναίκα, με συνέπεια να πεθάνει από ασφυξία.
Τα παιδιά της κατέθεσαν με σιγουριά ότι η μητέρα τους γνώριζε τους δράστες και γι’ αυτό τη σκότωσαν, ενώ, όπως είπαν, έπαιρνε ξένους για να της κάνουν διάφορες εργασίες, τους οποίους και πλήρωνε. Μάλιστα, αναφέρθηκαν στον 30χρονο που κατηγορείται, λέγοντας ότι μαζί με τον πατέρα του είχαν δουλέψει για τη μητέρα τους και ο 30χρονος ήταν εκείνος που είχε πάει να πληρωθεί. Προφανώς, είχε δει πού φύλασσε η 89χρονη τα χρήματα.
Όπως κατέθεσαν, είχε χρήματα στο σπίτι, καθώς εισέπραττε 3 συντάξεις, ενώ λεφτά τις έδιναν και τα παιδιά της, αλλά δε γνωρίζουν πόσα μπορεί να είχε.
Ο γιος που την αναζήτησε είπε ότι βρήκε ανοικτή την ντουλάπα που έβαζε τα χρήματα η άτυχη γυναίκα, χωρίς να υπάρχει ούτε ένα ευρώ, ενώ δεν είχαν κλαπεί άλλα πράγματα, όπως βέρα, ρολόι, κ.λπ.
Ο δεύτερος γιος κατέθεσε πως την επόμενη ημέρα οι συγκεκριμένοι Αλβανοί εξαφανίσθηκαν από την περιοχή, κάτι που τους κίνησε την υποψία, λέγοντας πως το λάθος της μάνας του ήταν που, όταν τους πλήρωνε, άφηνε να δουν ότι έχει χρήματα.

Με πρωτοφανή αγριότητα
Αστυνομικός του Τμήματος Κοπανακίου ανέφερε ότι, πηγαίνοντας στο σπίτι της 89χρονης, όταν ειδοποιήθηκε από το γιο της, η πόρτα ήταν διαλυμένη, ενώ εντός «φαινόταν ότι είχε προηγηθεί μεγάλη αγριότητα».
Ανακάλυψε την άτυχη γυναίκα, όταν η πόρτα του υπνοδωματίου δεν άνοιγε κανονικά, εντοπίζοντάς την κάτω από πολλά ρούχα και κουβέρτες. Ήταν χτυπημένη και είχε αίματα, φορούσε πιτζάμες, ήταν δεμένη χειροπόδαρα με δαντέλες και φιμωμένη με πανιά και κασκόλ. Επίσης, βρήκε κομμένα τα καλώδια του τηλεφώνου στο σαλόνι και στο υπνοδωμάτιο, ενώ ήταν ανοικτά η τηλεόραση και το φως. Καθώς στις 27 του μήνα την είχε επισκεφτεί ο υδραυλικός και την επόμενη ημέρα δεν απαντούσε στα τηλέφωνα, διαπίστωσε πως το έγκλημα είχε γίνει το βράδυ στις 27 του μήνα. Τις έρευνες ανέλαβε η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας, ενώ τον τόπο εξέτασε κλιμάκιο του Εγκληματολογικού από την Αθήνα, το οποίο πήρε και βιολογικό υλικό.
Ακολούθως, ο αστυνομικός κατέθεσε ότι έγιναν πολλές προσαγωγές υπόπτων, ανάμεσά τους ο 30χρονος που αναζητείται και ο πατέρας του, αλλά δεν προέκυψαν στοιχεία και αφέθηκαν ελεύθεροι. Τις επόμενες ημέρες, όμως, συνέλεξαν άλλα στοιχεία και αναζήτησαν τον 30χρονο, αλλά είχε φύγει από το Κοπανάκι, όπου διέμενε. Μάλιστα, οι συγγενείς του είπαν ότι έφυγε ξαφνικά και δεν απαντά στο κινητό του. Ο αστυνομικός εξήγησε πως διαπίστωσαν ότι πολλά απ’ όσα τους είχε πει ήταν ψέματα: ούτε στο καφενείο διασταυρώθηκε πως ήταν όπως ισχυρίσθηκε, ούτε είχε πληρωθεί από τον εργοδότη του για το ποσό των 3.000 ευρώ που είχε βρεθεί επάνω του.
Επίσης, Ρουμάνα που φυλούσε ηλικιωμένο στο χωριό, είχε καταθέσει ότι το βράδυ του εγκλήματος είχε δει 3 νεαρούς να φεύγουν από το χωριό.
Στη συνέχεια έγινε άρση τηλεφωνικού απορρήτου και αποδείχθηκε ότι οι 3 Αλβανοί ήταν στην Αθήνα, επικοινωνούσαν μεταξύ τους, αλλά λίγες ημέρες μετά τα τρία κινητά απενεργοποιήθηκαν χωρίς να ξαναεκπέμψουν.
Σε παρέμβασή του ο εισαγγελέας παρατήρησε ότι το βράδυ του εγκλήματος από τις εκπομπές των κινητών φαίνονται ότι οι δύο εξ αυτών κινούνταν στην περιοχή του Μοναστηρίου.
Καταλήγοντας ο αστυνομικός είπε ότι ο τρόπος με τον οποίο έγινε το έγκλημα δείχνει αδίστακτα άτομα.
Τη Δευτέρα η δίκη θα συνεχισθεί με τις καταθέσεις και των υπόλοιπων μαρτύρων. Σημειώνεται ότι για τον κατηγορούμενο 24χρονο είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης και τον Ιούλιο εντοπίσθηκε και συνελήφθη στην Αυστρία.
Tης Βίκυς Βετουλάκη 

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη