google.com, pub-4409140963597879, DIRECT, f08c47fec0942fa0 Η χαμένη κουλτούρα της Κυπαρισσίας - Αρθογραφεί ηΤζίμα Ιμιρζιάδη

Η χαμένη κουλτούρα της Κυπαρισσίας - Αρθογραφεί ηΤζίμα Ιμιρζιάδη


Πως εξελίχθηκε η αισθητική μιας πόλης με ιστορία στο πέρασμα του χρόνου. Υπάρχει σχέση μεταξύ κουλτούρας και αισθητικής και σε ποιό επίπεδο;
Τον Οκτώβρη του 2004 στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ δημοσιεύθηκε ένα ολοσέλιδο άρθρο με τίτλο ‘’ Τα όμορφα χωριά, όμορφα... ζωντανεύουν’’. Υπότιτλος, ‘’Εκμεταλλεύτηκαν τους φυσικούς τους πόρους, επένδυσαν σε σύγχρονες ιδέες και ξανάφεραν πίσω τους ανθρώπους τους’’. Το άρθρο αναφέρεται στα χωριά Πάπιγκο, Μεγάλο και Μικρό Χωριό Ευρυτανίας, Βυτίνα, Δημητσάνα, Ανω Πορόγια/Κερκίνη, Βάμος/Κρήτη, Νυμφαίο Φλώρινας κ.α. Στο άρθρο αναφέρεται επίσης και η διάκριση που δόθηκε στο Νυμφαίο από την Ευρωπαϊκή Ενωση το έτος 2000, Διάκριση Αναγέννησης Χωριού. Εκείνο που παρατηρεί ο προσεκτικός αναγνώστης είναι το γεγονός ότι όλα τα χωριά αυτά, μικρά και μεγαλύτερα, εκτός του φυσικού τους όμορφου περιβάλλοντος, έχουν αρχιτεκτονικές ιδιαιτερότητες και πάνω στις ιδιαιτερότητες αυτές επένδυσαν συγχρόνως με τον φυσικό πλούτο.
Διαβάζοντας το άρθρο νοιώθει κανείς ικανοποίηση, ευχαρίστηση, ελπίδα, θαυμασμό, αλλά και λίγη δημιουργική ζήλια. Σε όλες τις περιπτώσεις αυτή η προσπάθεια αναγέννησης ξεκίνησε από τους ίδιους τους πολίτες, ξενιτεμένους ή όχι, πολίτες με οράματα και ευαισθησίες, πολίτες αποφασιστικούς, που αγαπούν την πατρίδα τους, που θέλουν να δώσουν πρώτα γιατί ξέρουν ότι μόνο έτσι μπορούν να πάρουν πίσω αναβαθμισμένες συνθήκες διαβίωσης, ποιότητα ζωής για όλους, πόλεις ξεχωριστές με παράδοση, αλλά και με υποθήκες για το μέλλον.

Η Κυπαρισσία έχει ομοιότητες σε πολλά σημεία με τα αναφερόμενα χωριά, αλλά και διαφορές που λειτουργούν θετικά, που δίνουν δηλαδή αξιόλογες και υλοποιήσιμες προοπτικές.
Είναι απορίας άξιον πώς, εκεί κάπου μετά τη δεκαετία του ΄60, παρότι ακολουθήθηκε και εδώ το μοντέλο της τσιμεντοποίησης και του Αθηναϊκού μαϊμουδισμού όπως σε όλη την Ελλάδα, η Κυπαρισσία εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους της και εγκαταλείφθηκε στη κυριολεξία. Μέχρι τότε η πόλη ανέπνεε, λειτουργούσε και καρδιοχτυπούσε ψηλά, αντίκρυ στο Ιόνιο, στον παλιό, πανέμορφο οικισμό. Σαφώς και αναπόφευκτα θα ακολουθούσε η ακμή του νέου τμήματος, της κάτω πόλης , δεν μπορούσαμε να μείνουμε πίσω από την εποχή και τα κελεύσματα του χρόνου, όμως πως εκείνοι οι Κυπαρίσσιοι άφησαν τα σπίτια τους και τα παρέδωσαν στους ξένους, στους έποικους από τα γύρω χωριά και την Ολυμπία, για να κατέβουν στη νέα πόλη; Πώς αγνόησαν την ιστορία, την ομορφιά, την ιδιαιτερότητα και την μοναδικότητα αυτού του σπάνιου και διατηρητέου-ανακηρυγμένου αργότερα-οικισμού; Γιατί εγκατέλειψαν μια πόλη με ιστορία, αλλά και με κουλτούρα; Γιατί τελικά εγκατέλειψαν τις μνήμες τους; Είναι γνωστό και αποδεδειγμένο ότι τα προηγούμενα χρόνια, τα δύσκολα χρόνια μεταξύ των δύο πολέμων, αλλά και μέχρι το 1960 η πόλη είχε και κουλτούρα και πνευματικές εξάρσεις και καλλιτεχνικές αναζητήσεις. Τα πνευματικά της παιδιά είχαν δείξει το ανάστημά τους, είχαν δώσει στίγμα της γενιάς τους, άλλοι με πανελλήνια εμβέλεια και άλλοι με μικρότερη. Δεν θα αναφερθώ σε ένα σπουδαίο Κυπαρίσσιο, πανελλήνιας αποδοχής, τον Πολύβιο Δημητρακόπουλο, γιατί έγραψε και επηρέασε παλιότερες γενιές. Σίγουρα όμως, το παράδειγμα και την κληρονομιά του πήραν οι νεώτεροι, εργάτες της τέχνης και του λόγου. Ο Τάσος Παπαδόπουλος, ο ΄Αριστος Σταθόπουλος, ο Πάνος Σπάλας, ο Δημοσθένης Ζαδές, ο Κώστας Κατσαρός και ο αδελφός του, ο μεγάλος Μιχάλης Κατσαρός. Επίσης οι κυρίες του χρωστήρα, η μεγάλη Κούλα Μαραγκοπούλου, η Μαρία Δαφνομήλη και η Βάσω Μπινιώρη, η μόνη εν ζωή . Η πληθώρα τόσων πνευματικών ανθρώπων σε μια κοινωνία του μεγέθους της Κυπαρισσίας, θα περίμενε κανείς να έχει καλλιεργήσει την αισθητική της, να έχει αναπτύξει τα ιδανικά της, να έχει παρασύρει ψηλά το φρόνημα. Είναι ακράδαντη η βεβαιότητα ότι η ποιότητα στη ζωή –άρα και στο έργο μας- ορίζονται και από τις προσωπικές μας συντεταγμένες, αλλά και από εξωτερικούς παράγοντες που πολλές φορές δεν ελέγχουμε.
΄Ομως, οι προσωπικές μας εμπειρίες, τα βιώματα, οι αναφορές μας στα συγγράμματα, την ιστορία, τα βιβλία, οι απόψεις μας για την Τέχνη και οι επιδράσεις που δεχόμαστε από αυτήν καταλήγουν πάντα στο συμπέρασμα ότι από όλα αυτά μπορούμε να εμπνευστούμε δημιουργικά και να συμβάλλουμε σε έργα σπουδαία και αιώνια. Αντίθετα, το αποτέλεσμα που εισπράξαμε στη Κυπαρισσία δεν ήταν ανάλογο του αναμενόμενου, δεν είχε δημιουργικότητα, δεν είχε αισθητικό μέτρο, δεν είχε αναζήτηση και νόημα ουσίας. Και αυτό όλο διαβάζεται στην εικόνα της παλιάς πόλης που άφησαν πίσω τους εκείνοι που όφειλαν να τη σεβαστούν και να τη διαφυλάξουν για τις επόμενες γενιές. Ελπίζω και εύχομαι να βρεθούν γενιές στο μέλλον που θα μας ζητήσουν ευθύνες για ότι κληρονόμησαν και εδώ πρέπει να τονισθεί η παρουσία και η αξία των Συλλόγων, που με ιδιωτικές προσπάθειες επιχειρούν να διασφαλίσουν και να περάσουν στο μέλλον ότι μπορεί να σωθεί από την πολιτιστική μας κληρονομιά.

Ας εξετάσουμε την προοπτική, υπάρχει ελπίδα για τη Κυπαρισσία και τη παλιά πόλη;
Θα αναλύσουμε πρώτα γιατί συνδέουμε τη προοπτική της Κυπαρισσίας με τη παλιά πόλη. Είναι παγκόσμιο φαινόμενο-και δεν κομίζω γλαύκας στην Αθήνα-ότι όλες οι πόλεις, τα χωριά και οι οικισμοί με αρχιτεκτονική παράδοση είναι τόποι στους οποίους επενδύουν όλοι-πολιτεία και φορείς-γιατί αυτή η επένδυση έχει πιθανότητες να επιστρέψει κέρδη και ωφέλειες (ROI) αφού ξεκινάει με ένα πλεονέκτημα κάθε φορά μοναδικό, την ίδια την αρχιτεκτονική κληρονομιά, τον ίδιο τον παραδοσιακό οικισμό. Σε κάθε τουριστικό οδηγό το βασικό στοιχείο που προβάλλεται και αναλύεται με οδηγίες, ιστορία και σημερινή κατάσταση είναι το τμήμα της παλιάς πόλης. Ποιά είναι τα ωφελήματα από μια τέτοια επένδυση; Ποιότητα ζωής σε αναβαθμισμένους χώρους, ανάπτυξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων τουρισμού, οι οποίες κρατούν τον κόσμο στη πατρίδα του, ανάπτυξη γενικότερα μίας αρτιμελούς κοινωνίας αφού πρέπει να παραδεχθούμε ότι οι άνθρωποι που εργάζονται για το τουρισμό χρειάζονται και δικηγόρο και γιατρό και νοσοκομείο και φαρμακείο, τα παιδιά τους χρειάζονται δάσκαλο και σχολείο κλπ. Ακόμα η ανάπτυξη και η διατήρηση των παραδοσιακών πόλεων και χωριών δείχνει λαούς και κοινωνίες με σεβασμό στην ιστορία τους, άρα με προοπτική για το μέλλον.
Η Κυπαρισσία λοιπόν έχει αυτό το πλεονέκτημα ή μάλλον, το είχε. Μια παλιά πόλη μοναδική σε ομορφιά, αρχιτεκτονική πολλών περιόδων, ένα σπάνιο σύμπλεγμα πεζόδρομων-καλντεριμιών, βρύσες, κτίρια και αρχοντικά, κατάλοιπα από αρχαιότητες, ολόκληρες γραφικές γειτονιές, φωτισμό δρόμων με δημοτικά φανάρια (όμοια υπάρχουν στη παλιά και πανάκριβα συντηρημένη πόλη της Ρόδου), πλακόστρωτα, γεφύρια, υπόγεια πετρόχτιστη αποχέτευση σε πολλά σημεία, εν τέλει ένα χαρακτήρα ανεπανάληπτο.

Τι απέγινε όλος αυτός ο πλούτος της πόλης; Ποιές υπηρεσίες αδιαφόρησαν και έδωσαν άδειες χωρίς να εξετάσουν την δυνατότητα και τον τρόπο υλοποίησης, που ήταν η αρχαιολογική υπηρεσία, οι φύλακες που είχε κατά καιρούς, οι γείτονες που έβλεπαν όλα τα παλιά να θυσιάζονται στη μπουλντόζα, το τσιμέντο και το αλουμίνιο; Που ήταν οι πνευματικοί άνθρωποι, που άφησαν το ενδιαφέρον τους για τη πόλη, γιατί πρόδωσαν την ιστορία της;
Οι ερωτήσεις αυτές διατυπώνονται τώρα γιατί όλοι γνωρίζουμε, ότι μετά την επέλαση των Γερμανών, που χωρίς αυτούς θα είχε καταστραφεί περισσότερο ότι απέμεινε, οι πανωπολίτες, που μέχρι τότε ζούσαν, ξένοιαστα και ευτυχισμένα και ίσως ανυποψίαστα για ότι είχαν καταφέρει, στα τσιμεντένια κλουβιά της παραλίας ή της Αθήνας, άρχισαν να αναπολούν τι έχασαν, αλλά η επιστροφή είχε και έχει πολλά αγκάθια. Ακολουθώντας το μοντέλο της σύγχρονης ζωής και της σύγχρονης πόλης φυσικό είναι να μη μπορούμε να πάρουμε μαζί μας παρά μόνο πολύ λίγα στοιχεία από την παράδοση και αυτό δεν είναι πάντα πηγαίο και αναγκαζόμαστε να συστηματοποιήσουμε διάφορα τεχνάσματα αρχαιοπρεπή ή να δανειστούμε στοιχεία παραδοσιακά για να δείξουμε την χαμένη Ελληνικότητά μας. Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στο «Χαμένο κέντρο», αφιέρωμα στη Στροφή του Σεφέρη, το περιγράφει ανάλογα για την ποίηση.
«Αρκετή δόξα και θέματα μεσογειακά, τοπικός γενικά χαρακτήρας στα υλικά ή στις κοινές μνήμες, μερικά ονόματα και μέρη δικά μας,
άρμεγμα θρύλων και μύθων, ένας μαίανδρος σκαριφημένος σε μια γωνιά για διακόσμηση ....».
Υπάρχει λοιπόν ελπίδα για τη παλιά πόλη και τη Κυπαρισσία;
Αναμφισβήτητα πιστεύω ότι υπάρχει. Υπάρχει για πολλούς λόγους.
Η λεπτομερής εξέταση, ας περιορισθούμε στην Ευρώπη, του τι συμβαίνει γενικά στις διάφορες χώρες ακόμη και στην Ελλάδα δίνει αυτή τη βεβαιότητα, την ελπίδα. Αυτή η ελπίδα δεν στηρίζεται μόνο στο σεβασμό και την ως εκ τούτου συντήρηση και διατήρηση των παλιών πόλεων, αλλά κυρίως στην ανάπλαση ή την ανακατασκευή τμημάτων ολόκληρων με τα παλιά σχέδια και πρότυπα. Πολύ κοντά μας είναι τα Καλάβρυτα, του Ψυρρή, τα Λαδάδικα, το Δίστομο, η Λειβαδιά, τα Τρίκαλα Κορινθίας, η Σιάτιστα, η Πάτρα κατά ένα μέρος στο κέντρο, τα Ανω Δολιανά και πολλά άλλα χωριά ή πόλεις.
Ένας λόγος επίσης που δικαιολογεί αισιοδοξία είναι ότι σήμερα στη πόλη υπάρχουν νέοι, αλλά και κουλτούρα. Κουλτούρα είναι ο θαυμασμός και η απόλαυση του φυσικού περιβάλλοντος που τόσο έντονα το βιώνει κανείς στη Κυπαρισσία ακόμα και όταν μόνιμα ζεί εκεί. Κουλτούρα είναι η αγάπη στη πατρίδα μας και η επιθυμία και η απόφαση να ζήσουμε εκεί. Η κουλτούρα του λαδιού έχει επηρεάσει θετικά την επιλογή της υγιεινής διατροφής με τα θαυμάσια τοπικά προϊόντα, εύκολα και προσιτά για όλους. Κουλτούρα είναι οι πνευματικές αναζητήσεις, οι πολιτιστικοί σύλλογοι και το έργο τους, το φωτογραφικό εργαστήρι, το καλλιτεχνικό εργαστήρι, η δημιουργία χορωδίας, το εργαστήρι βυζαντινής μουσικής, το πολιτιστικό καλοκαίρι. Υπάρχουν πολλές εκφράσεις της κουλτούρας, δεν έχει αναπτυχθεί όμως η κουλτούρα για το ίδιο το μνημείο που αποτελεί η παλιά πόλη.
Υπάρχει προοπτική γιατί έχουμε πολλά να κάνουμε ακόμα, όπως κινηματογράφο, πολιτιστικό κέντρο, βιβλιοθήκη, λαογραφικό μουσείο, συντήρηση παλιών σπιτιών, παραδοσιακούς ξενώνες, να ζωντανέψουμε τη παλιά πόλη και κυρίως να αναπτύξουμε την χαμένη αισθητική μας. Σε ποιό άραγε γεγονός να οφείλεται η έλλειψη δημόσιας αισθητικής; Τι είναι εκείνο που έχει καταστείλει τις προσπάθειες καλλωπισμού των δημόσιων χώρων; Θα μπορούσε κανείς να σκεφθεί ότι η τόση ομορφιά της φύσης γύρω μας καλύπτει τα κενά της αισθητικής μας, με αποτέλεσμα να αδιαφορούμε αισθητικά για τα δικά μας δημιουργήματα ή να νοιώθουμε εκ προοιμίου συντριπτική την σύγκριση.

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη