google.com, pub-4409140963597879, DIRECT, f08c47fec0942fa0 ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ- Η ΠΟΙΗΣΗ ΛΕΕΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΛΕΟΥΜΕ ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ- Η ΠΟΙΗΣΗ ΛΕΕΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΛΕΟΥΜΕ ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ


 Οδυσσέας Ελύτης

ΕΛΕΥΘΕΡΑ Από τον Γιάννη Α. Μπίρη


Πεθαίνουν ποτέ οι ποιητές; 

Ένα από τα επίλεκτα μέλη της γενιάς του τριάντα ήταν και ο ποιητής και ζωγράφος Οδυσσέας Ελύτης, ένας από τους σπουδαιότερους ποιητές μας, που τιμήθηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979. Ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης, όπως ήταν το πραγματικό όνομά του, γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Η καταγωγή του ήταν από τη Λέσβο. Από το 1914 η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Το 1929 έγραψε με ψευδώνυμο, τα πρώτα του ποιήματα. Το 1930 εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι ενδοπανεπιστημιακές αναζητήσεις και ανησυχίες του τον έφεραν σε επαφή με άλλα εξίσου ανήσυχα πνεύματα και φιλοσόφους όπως τον Ιωάννη Συκουτρή, τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, τον Κωνσταντίνο Τσάτσο και τον Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο. Η γνωριμία του με τον ποιητή και ψυχαναλυτή Ανδρέα Εμπειρίκο και η ζωγραφική του Θεόφιλου επηρέασαν καταλυτικά την ποίησή του. Η συμμετοχή του στο λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Γράμματα και η επαφή με τους Γιώργο Σεφέρη, Γιώργο Θεοτοκά, Γιώργο Κατσίμπαλη και Ανδρέα Καραντώνη οδήγησε στη δημοσίευση του ποιήματος «Αιγαίο», του πρώτου που υπέγραψε ως Ελύτης. Ακολούθησε η γνωριμία του με τον ποιητή Νίκο Γκάτσο, τους ζωγράφους Γιάννη Μόραλη και Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, καθώς και τον ποιητή και εκδότη του «Ίκαρου» Νίκο Καρύδη, που η παρέα μαζί τους σφράγισε την πορεία του. Το 1939 ακολούθησε η ποιητική συλλογή του «Προσανατολισμοί» και τον επόμενο κιόλας χρόνο τα ποιήματά του μεταφράστηκαν στη γαλλική. Ακολούθησε ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος και ο επιστρατευμένος ποιητής βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Μετά από σοβαρή περιπέτεια με την υγεία του γύρισε στην Αθήνα και λίγο αργότερα κυκλοφόρησε τη δεύτερη ποιητική συλλογή του «Ήλιος ο πρώτος» και τις «παραλλαγές σε μιαν αχτίδα». Συνέχισε με τη συνεργασία του με το «Τετράδιο» και δημοσίευσε την ελεγεία «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας». Λίγο αργότερα ασχολήθηκε και με τη ζωγραφική. Ακολούθησε ο ξενιτεμός του στην Ελβετία και τη Γαλλία όπου και γνωρίστηκε με τους πρωτοπόρους Γάλλους διανοητές Ελιάρ, Μπρετόν, Καμί κ.ά. Ταυτόχρονα στη Γαλλία συνάντησε τους κολοσσούς της εικαστικής τέχνης Πικάσο, Τζιακόμετι, Ματίς κ.α. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1952 ασχολήθηκε κυρίως με την ποίησή του. Το 1959 κυκλοφόρησε το κορυφαίο έργο του, το «Άξιον Εστί». Η μελοποίησή του από τον Μίκη Θεοδωράκη το απογείωσε. Το 1969 ο Ελύτης ξανάφυγε από την Ελλάδα και κατέφυγε στο Παρίσι. Ξαναγύρισε το 1971. Το 1979 ήρθε η στιγμή της καταξίωσης για τον Ελύτη. Στις 18 Οκτωβρίου η Σουηδική Ακαδημία ανακοίνωσε ότι το «Άξιον Εστί» είναι ένα από τα αριστουργήματα της ποίησης του 20ου αιώνα και στις 10 Δεκεμβρίου 1979 στη Στοκχόλμη του απένειμε το Νόμπελ Λογοτεχνίας «για την ποίησή του, που με βάθρο την ελληνική παράδοση περιγράφει με αισθητική δύναμη και υψηλή πνευματική διακριτικότητα, τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημιουργία». Ο Οδυσσέας Ελύτης παρέλαβε το βραβείο στη Στοκχόλμη. Η δημιουργία και η παγκόσμια αναγνώρισή του συνεχίστηκαν. Στις 18 Μαρτίου 1996, σε ηλικία 85 ετών ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης πέθανε. Ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης θα συνεχίσει να ζει αιώνια μέσα από το εξαιρετικό έργο του. 

Σπουδαίοι λογοτέχνες «η γενιά του τριάντα». 

 Ελεύθερα από το Γιάννη Μπίρη 

Η γενιά του '30 Γύρω στις αρχές του προηγούµενου αιώνα, συγκυριακά, γεννήθηκαν στη χώρα µας κάποιοι σπουδαίοι λογοτέχνες που η παρουσία, η δηµιουργία και οι κοινοί στόχοι τους στα ελληνικά γράµµατα τους χαρακτήρισαν ως «η γενιά του τριάντα». Στη ρευστή κατάσταση του Μεσοπολέµου από το 1928 µέχρι το 1936, όταν η δικτατορία του Μεταξά ανέκοψε το ρυθµό τους, η ανανέωση κυριάρχησε στην ελληνική λογοτεχνία. Οι εκπρόσωποι της γενιάς του τριάντα διαχωρίζονται από τους προηγούµενους αλλά και τους επόµενους λογοτέχνες κυρίως λόγω της χρονικής στιγµής της Ιστορίας που αυτοί δηµιούργησαν. 

Όλοι µεγάλωσαν κι ανδρώθηκαν την ίδια σχεδόν στιγµή και έχοντας κοινά βιώµατα συµπορεύτηκαν στην παραγωγή των έργων τους. Ως εκπρόσωποι της «γενιάς του τριάντα» χαρακτηρίζονται ενδεικτικά οι ποιητές, οι πεζογράφοι και οι ζωγράφοι: Γιώργος Σεφέρης, Θανάσης Πετσάλης-∆ιοµήδης, Στέλιος Ξεφλούδας, Ηλίας Βενέζης, Γιώργος Θεοτοκάς, Οδυσσέας Ελύτης, Ανδρέας Εµπειρίκος, Ανδρέας Καραντώνης, Άγγελος Τερζάκης, Κωνσταντίνος ∆ηµαράς, Γιώργος Κατσίµπαλης, Νικόλαος Πολίτης, ο Θεόδωρος Ντόρρος, Γιάννης Τσαρούχης, Νίκος Εγγονόπουλος, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Γιώργος Γουναρόπουλος κ.ά.

 Η θέση όλων αυτών ήταν κοινή και διατυπώθηκε στο «Ελεύθερο πνεύµα» ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1929 και το υπέγραφε µε το ψευδώνυµο «Ορέστης ∆ιγενής» ο Γιώργος Θεοτοκάς. 

Σύµφωνα µε αυτό τότε η ελληνική λογοτεχνία των τελευταίων πενήντα χρόνων, είχε αποτύχει και η πρόταση που κατέθετε αφορούσε την προσέγγιση των προβληµάτων της εποχής σε όλη την έκτασή τους λαµβάνοντας υπόψη και τις ευρωπαϊκές τάσεις αλλά και την υιοθέτηση της δηµοτικής γλώσσας. 

Κοινό χαρακτηριστικό των έργων των δηµιουργών της γενιάς του τριάντα ήταν το καινούριο, το νέο, η ανανέωση. Και τα κατάφεραν. Ο καθένας µέσα από το έργο του κατάφερε να αλλάξει το ύφος της ελληνικής γραµµατείας. Η ζωγραφική έγινε περισσότερο πνευµατική και δεν αναπαριστά µε ακρίβεια πρόσωπα ή τοπία. Η ουσιαστική διαφοροποίηση των λογοτεχνών της γενιάς του τριάντα από τους παλιότερους οµότεχνούς τους έγκειται στην εγκατάλειψη των παραδοσιακών στιχουργικών τεχνικών και το πέρασµα στον ελεύθερο στίχο ενώ στην πεζογραφία στράφηκαν στο πιο σύνθετο µυθιστόρηµα εγκαταλείποντας το διήγηµα. ∆εν περιορίστηκαν στα στενά όρια του εθνικού χώρου. Η διερεύνηση του εσωτερικού κόσµου και ταυτόχρονα η επικοινωνία µε την παγκόσµια εξέλιξη έγινε ο στόχος τους. Κι έτσι δεν αιφνιδιάστηκαν από τις διεθνείς εξελίξεις. 

Τα µοντέρνα ρεύµατα, ο κυβισµός, ο υπερρεαλισµός και ο εξπρεσιονισµός πέρασαν και στην ελληνική ζωγραφική. Οι νέοι ορίζοντες τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία έδωσαν φτερά στη δηµιουργία. Ο µοντερνισµός και ο υπερρεαλισµός σε µερικές περιπτώσεις άσκησε τότε αποφασιστική επίδραση στην ανανέωση της ελληνικής ποίησης. Αυτή ακριβώς η µεταστροφή της ελληνικής γραµµατείας απέφερε και δύο βραβεία Νόµπελ στην ελληνική διανόηση.Παρά την ανανεωτική προσέγγιση των ελληνικών γραµµάτων η γενιά του τριάντα κατάφερε να ενσωµατώσει στα πρωτοποριακά στοιχεία των έργων της και στοιχεία από την ελληνική παράδοση.

 Ο δηµοτικισµός που ακολούθησαν, σεβάστηκε και αφοµοίωσε τη γλώσσα των αποµνηµονευµάτων του Μακρυγιάννη. Η γενιά του τριάντα συνέβαλε και στην πολιτική εξέλιξη του τόπου µετά την Μικρασιατική καταστροφή µε την «εξαφάνιση» της Μεγάλης Ιδέας και τον επαναπροσδιορισµό της ελληνικότητας ενώ ταυτόχρονα η λαϊκή παράδοση αναδείχθηκε µέσα από τα έργα τους.

Σπουδαίοι λογοτέχνες «η γενιά του τριάντα».

Ελεύθερα από το Γιάννη Μπίρη

Η γενιά του '30 Γύρω στις αρχές του προηγούµενου αιώνα, συγκυριακά, γεννήθηκαν στη χώρα µας κάποιοι σπουδαίοι λογοτέχνες που η παρουσία, η δηµιουργία και οι κοινοί στόχοι τους στα ελληνικά γράµµατα τους χαρακτήρισαν ως «η γενιά του τριάντα». Στη ρευστή κατάσταση του Μεσοπολέµου από το 1928 µέχρι το 1936, όταν η δικτατορία του Μεταξά ανέκοψε το ρυθµό τους, η ανανέωση κυριάρχησε στην ελληνική λογοτεχνία. Οι εκπρόσωποι της γενιάς του τριάντα διαχωρίζονται από τους προηγούµενους αλλά και τους επόµενους λογοτέχνες κυρίως λόγω της χρονικής στιγµής της Ιστορίας που αυτοί δηµιούργησαν. 

Όλοι µεγάλωσαν κι ανδρώθηκαν την ίδια σχεδόν στιγµή και έχοντας κοινά βιώµατα συµπορεύτηκαν στην παραγωγή των έργων τους. Ως εκπρόσωποι της «γενιάς του τριάντα» χαρακτηρίζονται ενδεικτικά οι ποιητές, οι πεζογράφοι και οι ζωγράφοι: Γιώργος Σεφέρης, Θανάσης Πετσάλης-∆ιοµήδης, Στέλιος Ξεφλούδας, Ηλίας Βενέζης, Γιώργος Θεοτοκάς, Οδυσσέας Ελύτης, Ανδρέας Εµπειρίκος, Ανδρέας Καραντώνης, Άγγελος Τερζάκης, Κωνσταντίνος ∆ηµαράς, Γιώργος Κατσίµπαλης, Νικόλαος Πολίτης, ο Θεόδωρος Ντόρρος, Γιάννης Τσαρούχης, Νίκος Εγγονόπουλος, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Γιώργος Γουναρόπουλος κ.ά.

 Η θέση όλων αυτών ήταν κοινή και διατυπώθηκε στο «Ελεύθερο πνεύµα» ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1929 και το υπέγραφε µε το ψευδώνυµο «Ορέστης ∆ιγενής» ο Γιώργος Θεοτοκάς. 

Σύµφωνα µε αυτό τότε η ελληνική λογοτεχνία των τελευταίων πενήντα χρόνων, είχε αποτύχει και η πρόταση που κατέθετε αφορούσε την προσέγγιση των προβληµάτων της εποχής σε όλη την έκτασή τους λαµβάνοντας υπόψη και τις ευρωπαϊκές τάσεις αλλά και την υιοθέτηση της δηµοτικής γλώσσας. 

Κοινό χαρακτηριστικό των έργων των δηµιουργών της γενιάς του τριάντα ήταν το καινούριο, το νέο, η ανανέωση. Και τα κατάφεραν. Ο καθένας µέσα από το έργο του κατάφερε να αλλάξει το ύφος της ελληνικής γραµµατείας. Η ζωγραφική έγινε περισσότερο πνευµατική και δεν αναπαριστά µε ακρίβεια πρόσωπα ή τοπία. Η ουσιαστική διαφοροποίηση των λογοτεχνών της γενιάς του τριάντα από τους παλιότερους οµότεχνούς τους έγκειται στην εγκατάλειψη των παραδοσιακών στιχουργικών τεχνικών και το πέρασµα στον ελεύθερο στίχο ενώ στην πεζογραφία στράφηκαν στο πιο σύνθετο µυθιστόρηµα εγκαταλείποντας το διήγηµα. ∆εν περιορίστηκαν στα στενά όρια του εθνικού χώρου. Η διερεύνηση του εσωτερικού κόσµου και ταυτόχρονα η επικοινωνία µε την παγκόσµια εξέλιξη έγινε ο στόχος τους. Κι έτσι δεν αιφνιδιάστηκαν από τις διεθνείς εξελίξεις. 

Τα µοντέρνα ρεύµατα, ο κυβισµός, ο υπερρεαλισµός και ο εξπρεσιονισµός πέρασαν και στην ελληνική ζωγραφική. Οι νέοι ορίζοντες τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία έδωσαν φτερά στη δηµιουργία. Ο µοντερνισµός και ο υπερρεαλισµός σε µερικές περιπτώσεις άσκησε τότε αποφασιστική επίδραση στην ανανέωση της ελληνικής ποίησης. Αυτή ακριβώς η µεταστροφή της ελληνικής γραµµατείας απέφερε και δύο βραβεία Νόµπελ στην ελληνική διανόηση.Παρά την ανανεωτική προσέγγιση των ελληνικών γραµµάτων η γενιά του τριάντα κατάφερε να ενσωµατώσει στα πρωτοποριακά στοιχεία των έργων της και στοιχεία από την ελληνική παράδοση.

 Ο δηµοτικισµός που ακολούθησαν, σεβάστηκε και αφοµοίωσε τη γλώσσα των αποµνηµονευµάτων του Μακρυγιάννη. Η γενιά του τριάντα συνέβαλε και στην πολιτική εξέλιξη του τόπου µετά την Μικρασιατική καταστροφή µε την «εξαφάνιση» της Μεγάλης Ιδέας και τον επαναπροσδιορισµό της ελληνικότητας ενώ ταυτόχρονα η λαϊκή παράδοση αναδείχθηκε µέσα από τα έργα τους. 

Τέλος


Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη