Του Λεωνίδα Θεοχάρη
Στο Β/Δ τμήμα του Νομού Μεσσηνίας είναι κτισμένα τα χωριά των Ντρέδων τα οποία ονομάζονται Σουλιμοχώρια.
Το 1349-1380, περίπου, πληθυσμοί της Βορείου Ηπείρου κατέβηκαν νοτιότερα και έφθασαν μέχρι την Πελοπόννησο. Την περίοδο αυτή στην περιοχή μας εγκαταστάθηκαν, ως έποικοι, σαράντα οικογένειες με διακόσια γυναικόπαιδα. Αυτοί ήσαν Έλληνες Αρβανίτες, και καταγόντουσαν από τους πανάρχαιους Ιλλυριούς Έλληνες της Ηπείρου. Ήσαν χριστιανοί ορθόδοξοι και είχαν ελληνική εθνική συνείδηση. Τους Σουλιμοχωρίτες τους αποκαλούσαν και Ντρέδες.
Για τη σημασία της λέξης αυτής έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις. Σύμφωνα με μία, που πιστεύω ότι είναι και η ορθότερη, «Ντρες» σημαίνει ευθύς, ειλικρινής, ντόμπρος και προέρχεται από την αρβανίτικη λέξη «Ντρέιτ» που σημαίνει ίσιος. Με την πάροδο του χρόνου η έννοιά της έγινε ταυτόσημη με τον ανδρείο, τον γενναίο, τον δυνατό, το παλικάρι. Τη γενναιότητα και την αντρειοσύνη τους οι Ντρέδες την απέδειξαν σε όλους τους πολέμους, που έλαβαν μέρος.
Οι ιστορικοί της Επανάστασης και απομνημονευματογράφοι του Αγώνα αναφέρονται με τα πιο εγκωμιαστικά λόγια στα σωματικά και ψυχικά προτερήματα των Ντρέδων, στην παλικαριά, την ανδρεία και την πολεμική τους αρετή.